Του Γιώργου Κολέμπα
Η ανάγκη για τη χρήση εναλλακτικών και ανανεώσιμων καυσίμων έναντι του πετρελαίου και των προϊόντων του έχει αρχίσει να παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε σχέση με το φαινόμενο του θερμοκηπίου, τις κλιματικές αλλαγές και τις επιπτώσεις τους. Σαν τέτοια θεωρούνται όλα τα στερεά, υγρά και αέρια καύσιμα που προέρχονται από τη βιομάζα. Τα κυριότερα είναι το βιοντίζελ που παράγεται από τα φυτικά έλαια και τα ζωικά λίπη, η βιοαιθανόλη που παράγεται από τα σακχαρούχα και αμυλούχα φυτά, το βιοαέριο κ.ά.
Στην Ευρώπη έχει δρομολογηθεί η υποχρεωτική χρήση βιοκαυσίμων στα καύσιμα κίνησης σε ποσοστό τουλάχιστον 2 % από 1/1/2006, με στόχο την αύξησή τους σε ποσοστό 5,75 % μέχρι 31/12/2010 και σε ποσοστό 20% έως το 2012. Στα ποσοστά αυτά το βιοντίζελ θα υποκαταστήσει το συμβατικό ντίζελ, ενώ η βιοαιαθανόλη τη βενζίνη.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ,οι μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ευθύνονται για το 21% των εκπομπών αερίων που συμβάλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Την ίδια στιγμή, η ΕΕ αποτελεί το μεγαλύτερο εισαγωγέα ενέργειας στον κόσμο χρησιμοποιώντας το 17% περίπου της παγκόσμιας ενέργειας. Παράλληλα, η παραγωγή βιοκαυσίμων στην ΕΕ το 2004 π.χ. είχε ανέλθει σε 2.400.000 t, από τους οποίους 500.000 t ήταν βιοαιθανόλη και 1.900.000 t βιοντίζελ. Οι ποσότητες αυτές ισοδυναμούν μόνο με το 0,8% περίπου της κατανάλωσης πετρελαίου και βενζίνης στην ΕΕ. Έτσι, απαιτείται κατακόρυφη αύξηση της παραγωγής τους για να φθάσει στα ποσοστά που προαναφέρθηκαν. Και πρώτα-πρώτα πρέπει να αυξηθεί ανάλογα η παραγωγή των πρώτων υλών . Έχουν δοθεί κίνητρα στα πλαίσια της ΚΑΠ, όπου υπάρχει η δυνατότητα ένταξης των ενεργειακών φυτών σε σχέδια βελτίωσης των αγροτών. Έχει ορισθεί ενίσχυση 4,5 Ε/στρέμμα για μια μέγιστη έκταση 150.000.000 στρεμ. για όλη την Ε.Ε.
Στην Ελλάδα, με νόμο που ψηφίστηκε το Νοέμβριο του 2005 (ν.3423/2005) εναρμονίζεται η Εθνική Νομοθεσία προς την Κοινοτική Οδηγία. Τα βασικότερα σημεία του νόμου είναι:
Ο καθορισμός της συμμετοχής των βιοκαυσίμων και των άλλων ανανεώσιμων καυσίμων στην ελληνική αγορά σε ποσοστό 5,75% του συνόλου της βενζίνης και του πετρελαίου που καταναλώνονται στον τομέα μεταφορών έως την 31η Δεκεμβρίου του 2010.
Τα επενδυτικά σχέδια ίδρυσης εργοστασίων παραγωγής βιοκαυσίμων ενισχύονται μέσα από τον Αναπτυξιακό Νόμο ο οποίος προβλέπει ελάχιστη επιδότηση 30%, η οποία υπό προϋποθέσεις μπορεί να φθάσει στο 55% της συνολικής επένδυσης. Το ελάχιστο ποσοστό της ιδίας συμμετοχής ανέρχεται στο 25% της επένδυσης.
Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν δύο εργοστάσια παραγωγής βιοντίζελ τα οποία ήδη παραδίδουν ποσότητες βιοντίζελ για ανάμιξη με το συμβατικό ντίζελ. Το πρώτο είναι η ΕΛΒΙ στο Κιλκίς, δυναμικότητας 40.000 t βιοντίζελ το χρόνο. Το δεύτερο είναι η Παύλος Ν. Πέττας ΑΒΕΕ-Ελαιουργία στην Πάτρα, δυναμικότητας 65.000 t βιοντίζελ το χρόνο. Παράλληλα, έχουν αναπτυχθεί αρκετές πρωτοβουλίες για ίδρυση μονάδων παραγωγής βιοντίζελ σε όλη τη χώρα, ενώ η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης προτίθεται να δραστηριοποιηθεί στην παραγωγή βιαιθανόλης (στη Θεσσαλία τουλάχιστον δεν έχει προχωρήσει ακόμα)
Όσον αφορά στις καλλιέργειες : τα ενεργειακά φυτά αποτελούν διέξοδο για τους αγρότες, ιδίως της Θεσσαλίας. Όχι μόνο η ελαιοκράμβη(4000 στρέμ. φέτος στους νομούς Λάρισας και Μαγνησίας) , αλλά και το κενάφ και το ινώδες σόργο (ευδοκιμούν π.χ. στον Παλαμά), καθώς ο ηλίανθος και η αγριοαγκινάρα(ξηρό καύσιμο που αντικαθιστά το πετρέλαιο θέρμανσης) ή η ανδραχτυλίδα (παράγεται λάδι για τα υδραυλικά συστήματα των αεροπλάνων) .
Όμως επειδή τα υπάρχοντα εργοστάσια, λόγω χαμηλότερων τιμών προτιμούν πρώτες ύλες εισαγωγής, η λύση και εδώ για αυτούς είναι η καθετοποίηση της παραγωγής, με την οργάνωση βιοτεχνιών μεταποίησής τους από ομάδες παραγωγών ή συνεταιρισμούς.
Βέβαια έχει διατυπωθεί μια γενικότερη κριτική για τα βιοκαύσιμα, που αφορά στη σχέση τους με τις εκπομπές του CO2 . Και κατά την επεξεργασία της βιομάζας για τη μετατροπή της π.χ. σε βιοντίζελ, και κατά τη μεταφορά της από τον τόπο παραγωγής στον τόπο επεξεργασίας(ιδίως όταν η παραγωγή της γίνεται σε μακρινές χώρες, όπως συμβαίνει σήμερα) έχουμε εκπομπή CO2
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα είναι τα μεταλλαγμένα ενεργειακά φυτά όπως π.χ. η γ.τ. ελαιοκράμβη. Μέχρι τώρα ευτυχώς είχε απαγορευθεί η καλλιέργειά της στη χώρα μας(παρά τις απαιτήσεις της Ε.Ε., που ζητούσε την άρση της απαγόρευσης). Τώρα όμως η Κυβέρνηση σκοπεύει να περάσει νόμο για την «συνύπαρξη» των καλλιεργειών(συνύπαρξη γ.τ. με συμβατικές και βιολογικές). Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα, τώρα στην αρχή τουλάχιστον, να προωθηθούν τα γ.τ. ενεργειακά φυτά. Αυτά θα αποτελέσουν μάλλον τον δούρειο ίππο των μεταλλαγμένων στη χώρα μας. Γιατί δεν θα υπάρξει εκ των πραγμάτων και μεγάλη αντίσταση από τους Έλληνες καταναλωτές μια και δεν θα προορίζονται για το πιάτο τους και ταιριάζουν στα σχέδια για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών από τη μεριά της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Οι αγρότες όμως πρέπει να απορρίψουν τα γ.τ., γιατί όπως έχει γίνει πια φανερό και από όλους παραδεκτό, συνύπαρξη των καλλιεργειών δεν μπορεί να υπάρξει. Τα γονίδια των γ.τ. θα περάσουν πρώτα στα ομοειδή συμβατικά και βιολογικά είδη(ακόμα και στα άγρια όπως είναι το κάρδαμο) και στη συνέχεια και στα άλλα είδη και έτσι η επιμόλυνση είναι σίγουρη με όλα τα επακόλουθα που αυτό συνεπάγεται και έχουν γίνει πολλές φορές γνωστά.
Πρέπει να επιλέξουν μη γ.τ. γενετικό υλικό για τα ενεργειακά φυτά και να τα καλλιεργήσουν μάλιστα με βιολογικό τρόπο, εκμεταλλευόμενοι τα πλεονεκτήματα της βιολογικής γεωργίας και της κοινοτιστικής αντίληψης για την επεξεργασίας τους. Να μη πέσουν θύματα των διάφορων αγροχημικών εταιρειών, που τους προτείνουν ήδη γ. τ. ελαιοκράμβη της Μονσάντο.
Το κίνημα ενάντια στα μεταλλαγμένα πρέπει να προετοιμασθεί και για δυναμικές ενέργειες ενάντια στις μελλούμενες προσπάθειες για καλλιέργεια γ.τ. ενεργειακών φυτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου