Δευτέρα 19 Μαρτίου 2007

ΣΥΝ- Σχέδιο προτάσεων για ένα ουσιαστικό και δημόσιο διάλογο σχετικά με την «κλιματική αλλαγή»

Οι πρόσφατες μελέτες και εκθέσεις έγκριτων επιστημόνων και έγκυρων οργανισμών σχετικά με το φαινόμενο θερμοκηπίου και την κλιματική αλλαγή καταλήγουν στο σημαντικό μήνυμα προς τους πολίτες και τις πολιτικές εξουσίες:

«Δεν δικαιούστε πια να αμφιβάλλετε… Η πορεία της κλιματικής αλλαγής είναι γεγονός αναμφισβήτητο και μετρημένο. Οι μηχανισμοί που οδηγούν στην αλλαγή του κλίματος είναι πια διαπιστωμένοι και σε ένα βαθμό ταυτοποιημένοι και ποσοτικά αξιολογημένοι. Οι κύριοι υπεύθυνοι είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες και για να είμαστε πιο ακριβείς οι τρόποι με τους οποίους παράγουμε, κινούμαστε, κατοικούμε, καταναλώνουμε».

Η κλιματική αλλαγή και οι προβλεπόμενες επιπτώσεις της

Ο ΣΥΝ δεν φιλοδοξεί φυσικά να κάνει τις επιστημονικές και τεχνικές αναλύσεις που ανήκουν στους ειδικούς και οι οποίες εξάλλου πρέπει να συνεχιστούν και να εντατικοποιηθούν.

Εύκολα όμως ο καθένας μπορεί να δει ότι γενική είναι η σύγκλιση σε κάποιες βασικές διαπιστώσεις: η γη υπερθερμαίνεται από το λεγόμενο «φαινόμενο του θερμοκηπίου» που προκύπτει βασικά από τη μαζική εκπομπή στην ατμόσφαιρα αερίων (με κύριο το διοξείδιο του άνθρακα...), τα οποία παράγονται από τη σημερινή βιομηχανία, τα μέσα μεταφοράς και συγκοινωνίας, τη θέρμανση και ψύξη των κτιρίων και άλλες πηγές που χρησιμοποιούν ενέργεια από ορυκτά καύσιμα.

Σε αυτήν την υπερθέρμανση, που διαπιστώνεται πια αναντίρρητα από τις μετρήσεις της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη, οφείλονται μια σειρά από επικίνδυνα φαινόμενα, ήδη υπαρκτά ή πιθανότατα επερχόμενα, όπως η ένταση των καιρικών αλλαγών και καταστροφών, η τήξη των πάγων, η άνοδος της επιφάνειας της θάλασσας, η ερημοποίηση γαιών σε ορισμένες περιοχές κλπ καθώς και οι περαιτέρω συνέπειες τους όπως η υπεράντληση υδάτων και η εξάντληση υδροφόρων οριζόντων, νέες μορφές αστικής ρύπανσης, νέες απειλές κατά της δημόσιας υγείας, σημαντικές οικονομικές καταστροφές...

Η πρόσφατη έκθεση «Στερν» καταλήγει στην εκτίμηση ότι οι μέσες θερμοκρασίες θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 5 βαθμούς σε σχέση με εκείνες της προβιομηχανικής περιόδου αν δεν γίνει τίποτε που να σταματήσει τις σημερινές εξελίξεις. Με αύξηση 3-4 βαθμών και από τις ενδεχόμενες πλημμύρες περίπου 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να γίνουν μόνιμοι πρόσφυγες κοντά στα μέσα του αιώνα. Με αύξηση 4 βαθμών θα πληγεί σοβαρά η συνολική παραγωγή τροφίμων. Με αύξηση 2 βαθμών κινδυνεύουν με εξαφάνιση περίπου το 15-40% των ειδών. Τα αέρια θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα έφταναν, στην προβιομηχανική περίοδο, περίπου τα 280 ppm σε ισοδύναμα διοξειδίου του άνθρακος, ενώ σήμερα φτάνουν τα 430. Θα έπρεπε να συγκρατηθούν στα 450-550, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει ακόμη η δυνατότητα να επιβραδυνθεί ή και να αναστραφεί η κατά τα άλλα ταχύτατη εξέλιξη, αλλά με υψηλό κόστος. Σημαντική είναι επίσης η συγκεκριμένη διαπίστωση ότι για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η αποψίλωση των δασών ευθύνεται περισσότερο από τον τομέα των μεταφορών..., κάτι που έχει τη σημασία του στη σημερινή συζήτηση που γίνεται στη χώρα μας σε σχέση με την «αξία» των δασών ...

Η έκθεση του IPCC (με το κύρος του ΟΗΕ) συγκλίνει με τις διαπιστώσεις αυτές και προσθέτει ότι κι αν ακόμα καταφέρναμε να σταθεροποιήσουμε αυτές τις αρνητικές εξελίξεις, οι κλιματικές αλλαγές που θα έχουν επέλθει θα διατηρηθούν για αιώνες ακόμη και ότι η επιφάνεια της θάλασσας θα εξακολουθήσει να ανεβαίνει. Πιο απαισιόδοξα ακόμη προσθέτει ότι ο ρυθμός και η έκταση των κλιματικών αλλαγών αναμένονται να έχουν πολύ μεγαλύτερη ένταση σε σχέση με το παρελθόν και ότι έτσι μπορούν να ξεπεράσουν την μέγιστη ταχύτητα προσαρμογής του οικοσυστήματος…

Και άλλοι οργανισμοί συγκλίνουν σε ανάλογα συμπεράσματα, όπως π.χ. η πρόσφατη έκθεση που συντάχθηκε με πρωτοβουλία της Greenpeace κλπ.

Και τέλος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η διαπίστωση της έκθεσης Στερν: «η κλιματική αλλαγή είναι η μεγαλύτερη αποτυχία της αγοράς που διαπιστώθηκε ποτέ…” Και είναι τεράστια ακόμα και με μόνο τα αγοραία και οικονομικά κριτήρια: το κόστος του να συνεχιστεί ανεμπόδιστη η κλιματική αλλαγή μπορεί να φτάσει από 5 ως 20% του παγκόσμιου ΑΕΠ, και μάλιστα άνισα κατανεμημένο εις βάρος των φτωχότερων χωρών του κόσμου»….

Τι μπορούμε και τι πρέπει να κάνουμε

Προτάσεις για το πρακτέο μπροστά σε αυτήν την κατάσταση και τις ακόμη χειρότερες προοπτικές υπάρχουν σε διάφορα επίπεδα, από τη γενική κατεύθυνση των πολιτικών έως και την ατομική συμπεριφορά του κάθε πολίτη. Ο γενικός στόχος είναι βέβαια η μείωση, σε μόνιμη και βιώσιμη βάση, της εκπομπής των αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Ωστόσο ο κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος, καταλαβαίνει, , ότι για να επιτευχθεί το ζητούμενο απαιτείται μια σειρά από ριζικές αλλαγές στο τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης προϊόντων και υπηρεσιών που κυριαρχεί σήμερα στις κοινωνίες μας, και αυτό αφορά σε όλους τους τομείς και όλους τους κλάδους δραστηριότητας. Και αυτή διαπίστωση ξεπερνάει ακόμα και την έννοια της «ενεργειακής επανάστασης» που σωστά προβλήθηκε πρόσφατα ως αναγκαία και επείγουσα.

Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι είναι πια καιρός να μπει με απόλυτη προτεραιότητα στο δημόσιο διάλογο και στην «κεντρική» πολιτική σκηνή το σύνολο των ζητημάτων που προκύπτουν από τις αναλύσεις και τις τοποθετήσεις που προαναφέρθηκαν. Και όχι μόνο με γενικό και αφηρημένο, καταγγελτικό ή διακηρυκτικό, λόγο, αλλά με μια προσπάθεια ανάδειξης των συγκεκριμένων και γι αυτό δύσκολων προβλημάτων και επιλογών που έτσι κι αλλιώς θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε όλοι σε όλα τα επίπεδα, στον κόσμο, στην Ευρώπη και βέβαια στην Ελλάδα, κεντρικά και περιφερειακά.

Οι στόχοι που προκύπτουν από τη σύγκλιση όλων σχεδόν των αναλύσεων είναι:

- Η προοδευτική αλλά αποφασιστική απεξάρτηση των οικονομιών και των κοινωνιών μας από τα ορυκτά καύσιμα σε όλους τους τομείς δραστηριότητας.

Αυτή η κατεύθυνση αφορά στον άνθρακα (και τον λιγνίτη…), το πετρέλαιο αλλά και το φυσικό αέριο. Σημαίνει καταρχήν και αμέσως πολιτικές για την μεγαλύτερη δυνατή εξοικονόμηση ενέργειας (που προσφυώς χαρακτηρίστηκε το «μεγαλύτερο κοίτασμα ενέργειας»…), μεγαλύτερη δυνατή διείσδυση των ΑΠΕ και παράλληλα την μεγαλύτερη δυνατή απόδοση της χρήσης της σημερινής ενέργειας, παράλληλα με άλλες πολιτικές για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

Σήμερα υπάρχει σημαντική τεχνογνωσία και πολλές διαθέσιμες καινοτόμες καθαρές τεχνολογίες, ενώ προτεραιότητα της επιστημονικής έρευνας πρέπει να αποτελέσει η περαιτέρω αξιοποίηση και άλλων τεχνολογιών.

Αυτές οι κατευθύνσεις και πολιτικές δεν είναι όσο θα έπρεπε στις προτεραιότητες της ΕΕ, παρά τη σημαντική συμβολή της στην σύνταξη και έγκριση του Πρωτοκόλλου του Κυότο, του οποίου οι στόχοι είναι πια ξεπερασμένοι, όπως φάνηκε και στην έκκληση έγκυρων επιστημόνων στον ΟΗΕ για ένα «νέο Κυότο».

Μεγαλύτερη πίεση πρέπει να ασκηθεί στις ΗΠΑ, όπως εξάλλου γίνεται και στο εσωτερικό τους από επιστήμονες αλλά και από επιμέρους Πολιτείες, ώστε να επανέλθουν στις διαπραγματεύσεις και κυρίως τις δεσμεύσεις που είχαν αρχικά δεχτεί και που ο κ. Μπους στη συνέχεια αρνήθηκε.

Παράλληλα, στη χώρα μας, που θεωρείται από τις πιο «σπάταλες» στην Ευρώπη στη χρήση ενέργειας, παρά το γεγονός ότι διαθέτει πλούσιες φυσικές πηγές ενέργειας, υπάρχουν τεράστια περιθώρια δράσης τα οποία έχουν μείνει αναξιοποίητα...

- Η αποφασιστική και χωρίς συμβιβασμούς στροφή προς την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), των ήδη γνωστών και ήδη αξιοποιούμενων αλλά και των άλλων.

Η αιολική και ηλιακή ενέργεια ήδη έχουν μπει διστακτικά στη ζωή μας, όχι αρκετά σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ που έχουν και λιγότερες φυσικές δυνατότητες.

Χρειάζονται αυξημένα κίνητρα και διευκολύνσεις, ώστε να γίνουν πιο ανταγωνιστικές, ισχυρότερη εμπλοκή της ΔΕΗ και των αυτοδιοικήσεων στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ, σταθερή αντίσταση απέναντι σε αντιδράσεις προς το καινούριο, εκτός αν αυτές βασίζονται σε επιχειρήματα και διεκδικήσεις που συμβαδίζουν με τις αρχές της αειφορίας.

Χρειάζεται έρευνα και πειραματισμός σε σχέση με την ενέργεια των κυμάτων όπως ήδη αναπτύσσεται σε άλλες χώρες της ΕΕ και αλλού.

Χρειάζεται προσεκτική ανάλυση για την ανάπτυξη των βιοκαυσίμων ώστε να μην προσανατολιστούμε προς λύσεις που επίσης συμβάλλουν στο φαινόμενο θερμοκηπίου και κυρίως με αλλαγές στον τρόπο παραγωγής, γιατί αν είναι να παράγουμε βιοκαύσιμα με εντατική γεωργία όπως την ξέρουμε σήμερα και χρησιμοποιώντας τρόπους μεταφοράς και μεταποίησης όπως οι σημερινοί οδηγούμαστε σε αδιέξοδα. Ωστόσο είναι δυνατό και πρέπει να επιδιωχθεί η ανάπτυξη τους στην Ελλάδα, πράγμα που θα έδινε υπό όρους και βιώσιμες λύσεις για τον αναπροσανατολισμό της ελληνικής γεωργίας….

Οι γενικοί στόχοι ως προς τις ΑΠΕ της ΕΕ πρέπει να αναθεωρηθούν προς τα πάνω με προφανή αλλαγή και στις προτεραιότητες της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής. Οι στόχοι δεν είναι ουτοπικοί, οι ΑΠΕ έχουν ένα δυναμικό που ξεπερνάει κατά πολύ, έως και έξι φορές, το σύνολο της σημερινής ενεργειακής παραγωγής…

Γίνεται πρόσφατα μια νέα και εντονότερη προσπάθεια για να προβληθεί η πυρηνική ενέργεια ως «λύση» στα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, ακόμη και ως ΑΠΕ!

Ο ΣΥΝ απορρίπτει χωρίς καμιά επιφύλαξη τέτοιες προοπτικές, αντίθετα ζητάει να ενταθούν οι προσπάθειες για την απόσυρση των ήδη εγκαταστημένων πυρηνικών μονάδων όπου υπάρχουν. Το γιγάντιο πρόβλημα ( επικινδυνότητας και οικονομικού κόστους…) της εναπόθεσης των πυρηνικών αποβλήτων και το ανυπολόγιστο «κόστος» και του πιο απίθανου «ατυχήματος» θα αρκούσαν για αυτήν την απόρριψη.

Ας προστεθεί ότι και το επιχείρημα της «φθηνής» ενέργειας είναι ιδιαίτερα συζητήσιμο, μια και μόνο το κόστος για να κλείσει ένα πυρηνικό εργοστάσιο πλησιάζει η ξεπερνάει το 50% της αρχικής επένδυσης... Η ελληνική θέση στην ΕΕ, όπου ανακινείται ξανά το θέμα της πυρηνικής ενέργειας, πρέπει να είναι σαφής και αρνητική.

Οι γενικές κατευθύνσεις που προαναφέρθηκαν πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν σε όλους τους τομείς και από όλους όσοι εμπλέκονται σε λήψη αποφάσεων, Κράτος, αυτοδιοίκηση, επιχειρήσεις, πολίτες.

Έτσι ενδεικτικά τονίζουμε την ανάγκη:

-Να ληφθούν υπόψη στο ζήτημα των επιλογών για τη λύση του προβλήματος των σκουπιδιών, όπου μπορεί να συμπεριληφθεί και η παραγωγή ενέργειας.

-Να γίνουν σοβαρά πρακτικά βήματα για την επιβολή νέων, σύγχρονων κανόνων και προδιαγραφών στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό εισάγοντας τις αρχές του βιοκλιματικού - ενεργειακού σχεδιασμού με σκοπό την δημιουργία αειφόρων πόλεων.

-Να γίνουν σοβαρά βήματα για την επιβολή νέων σύγχρονων κτιριοδομικών κανόνων και προδιαγραφών ενεργειακής απόδοσης στην οικοδομή, δημόσια και ιδιωτική, στη βάση των αρχών της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής και οικολογικής δόμησης, που θα προαπαιτούν και θα διευκολύνουν την ενσωμάτωσης συστημάτων και τεχνικών εξοικονόμησης ενέργειας, βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του κελύφους των κτιρίων, αλλά και των συστημάτων θέρμανσης, ψύξης, παραγωγής ζεστού νερού χρήσης, φωτισμού...

-Να ενισχυθεί η εισαγωγή και χρήση οχημάτων που βασίζονται σε τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ή χρήσης νέων μορφών ενέργειας (ηλεκτρικά, υβριδικά...). Παράλληλα η Ελλάδα πρέπει να στηρίξει αποφασιστικότερα την πολιτική που διαμορφώνεται προοδευτικά στην ΕΕ για να υποχρεωθούν οι αυτοκινητοβιομηχανίες να παράγουν οχήματα που εντάσσονται σε αυτήν την προοπτική, θέτοντας και αντίστοιχες προδιαγραφές για τα εισαγόμενα.

-Να γίνουν σημαντικές αλλαγές στην χρήση των υδατικών πόρων, την καταπολέμηση της σπατάλης του νερού, ακόμη και με ισχυρότατες τιμολογιακές διαφοροποιήσεις ( το νερό μιας πισίνας σε μια βίλα δεν μπορεί να στοιχίζει το ίδιο με εκείνο της οικιακής χρήσης μιας μέσης οικογένειας...), την χρήση συστημάτων εξοικονόμησης νερού στα κτίρια και στις πόλεις...

-Να πάψει αμέσως κάθε συζήτηση για «αξιοποίηση» των δασών και, αντιθέτως, εκείνη να προωθηθεί μια συνολική πολιτική αναβάθμισης τους, ιδιαίτερα των περιαστικών.


Η πολιτική για την αναστροφή των εξελίξεων της κλιματικής αλλαγής απαιτεί μεγαλύτερη εμβάθυνση και πολλές σημαντικές αλλαγές στις συνήθειες μας, αλλά και στα εργαλεία άσκησης της πολιτικής. Κάθε συγκεκριμένη πολιτική πρέπει εις το εξής να περιλαμβάνει ρητά την πτυχή της οικολογικής προστασίας και να κρίνεται βάσει αυτής. Νέα οικονομικά, φορολογικά και άλλα, κίνητρα για την ανάπτυξη όποιας δραστηριότητας θα πρέπει να διαμορφωθούν, παίρνοντας υπόψη και τον στόχο της απεξάρτησης από τον άνθρακα και το πετρέλαιο, της ανάγκης εξοικονόμησης ενέργειας, της προώθησης της χρήσης ΑΠΕ, και εν γένει προϊόντων και υπηρεσιών που είναι φιλικές στο περιβάλλον και ελαχιστοποούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, κλπ

Οι δημόσιες επενδύσεις και τα «μεγάλα» έργα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ανάλογο προγραμματισμό και σε ανάλογα κριτήρια, ενώ παράλληλα οι δημόσιες συμβάσεις πρέπει να ενσωματώσουν πλήρως την περιβαλλοντική διάσταση: για παράδειγμα τα μεγάλα δημόσια έργα, οι πολεοδομικές παρεμβάσεις, η δημιουργία νέων ελεύθερων δημόσιων χώρων, οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις ανάπλασης στις πόλεις (υπέρ του ΙΧ ή υπέρ των συλλογικών μέσων, διόδια για τα αστικά κέντρα και άλλα που πρέπει να μπούνε αμέσως υπό εξέταση…), τα εγγειοβελτιωτικά έργα, οι παρεμβάσεις για τις προστατευόμενες ζώνες και περιοχές. Τα μέτρα ελέγχου και εφαρμογής, αστυνόμευσης και καταστολής πρέπει να προσαρμοστούν στην ανάγκη σεβασμού της οικολογικής πολιτικής. Με αυτήν την έννοια πρέπει να στηριχθεί και να εφαρμοστεί η σειρά μέτρων εναντίον των «πράσινων εγκλημάτων» που προτείνονται για το σύνολο της ΕΕ και βεβαίως και την Ελλάδα.

Μια «ακριβή» πολιτική με μακροχρόνια οφέλη

Όλες οι μελέτες και οι προαναφερθείσες εκθέσεις τονίζουν ότι αν προχωρήσουμε συνολικά και συνεκτικά με τα μέτρα που επιβάλλονται για την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου και της κλιματικής αλλαγής θα έχουμε ασφαλώς ένα κόστος ως κοινωνίες και ως οικονομίες αλλά μακροχρόνια θα μπορούσε να ανοίξει μιας νέας περιόδου ανάπτυξης με διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά που θα περιελάμβανε και (νέα) απασχόληση και (νέου τύπου) παραγωγικές δραστηριότητες, συγκρίσιμες ποσοτικά με τις σημερινές συνθήκες.

Είναι χαρακτηριστικοί οι αριθμοί της έκθεσης Στερν: Η στροφή σε δραστηριότητες με χαμηλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου θα μπορούσε να προσθέσει στην παγκόσμια οικονομία με πρόσθετα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο, ενώ γύρω στο 2050 οι σχετικές τεχνολογίες θα είχαν αγορά ύψους 500 δισεκατομμυρίων. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι η ποιοτική αλλαγή στον τρόπο ζωής μας που θα επέφερε μια τέτοια στροφή, ενδεχομένως και με διαφορετικές αντιλήψεις και πρακτικές για την οικονομία την ίδια και την κοινωνία.

Ο ΣΥΝ θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό να τεθούν όλα τα προαναφερθέντα ζητήματα σε δημόσιο διάλογο.

Θέτει αυτές τις πρώτες αναλύσεις, σκέψεις και προτάσεις στα μέλη και φίλους του, σε όλους τους πολίτες που ανησυχούν και αναζητούν τρόπους να κατανοήσουν τις εξελίξεις και να συμμετάσχουν στην αντιμετώπιση τους.

Αυτές οι σκέψεις και προτάσεις είναι ανοιχτές σε συμπληρώσεις και παρατηρήσεις. Ελπίζουμε να συγκεκριμενοποιηθούν σε κάθε επίπεδο και να φανούν χρήσιμες στη δράση και στην παρέμβαση τους στο χώρο που δραστηριοποιείται ο καθένας, στον έλεγχο των αποφάσεων στο δήμο και τα δημοτικά διαμερίσματα, στην κεντρική πολιτική. Και στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: